Απeλπιδος φωνh
Έτσι πως μας κατάντησαν με άδειο πορτοφόλι,
λειψό φαΐ στο στόμα μας, κι ο καφές λειψός˙
είχαμε μάθει όλοι μας να πιάνουμε ανώι,
μα τώρα μας «κατέβασε κεφάλι» ο καημός.
Με ατροπία έκλεψαν οι κλέφτες τα μυαλά μας
και παραδέρνουμε ως θεριά κλεισμένα σε Δαφνί˙
είναι η πλάτη μας βαριά από τα βάσανά μας
και δεν μπορεί η άμοιρη, διόλου ν’ αλαφρωθεί.
Ποιος να προσφέρει το νερό; Υπάρχει λειψυδρία!
Ποιος να προσφέρει πρόσφορο; Το άλεσμα αργεί!
Όταν οι ήρωες πενθούν, υπάρχει ανανδρεία
και σβήνει εμπρός στα μάτια μας ο σπόρος μιας φυλής.
Φταίει η σπορά που φύρανε σε βρόμικα αμπάρια
και δεν εκάρπισε ο καρπός κάτω από ήλιου φως˙
πατήθηκε του γεωργού ο κόπος απ’ αχνάρια
μιας μάστιγας αόρατης, που ‘φερε ο βαυαρός.
Την κι αν την έχεις την ψυχή με αισθήματα γεμάτη,
έμεινε χέρσος ο καιρός, στέρεψαν οι πηγές˙
ξέχασε η μάνα το ψωμί αζύμωτο στη σκάφη
και γέμισαν τα σώματα με αγιάτρευτες πληγές.
Γίναν οι άνθρωποι θεριά, που τα θεριά φοβούνται.
Γίναν πουλιά αρπαχτικά που αρπάζουν ξένο βιός.
Αμπαρωμένες οι ψυχές, στη μοναξιά ασκούνται
κι όποιος θα μείνει δυνατός, «θα δει του ήλιου φως…».
Τετάρτη, 10 Απριλίου 2013
Μαρία Κολοβού - Ρουμελιώτη
Γ'
Βραβείο στον 13ο Ετήσιο Ποιητικό Διαγωνισμό του Περιοδικού
Λόγου και Τέχνης ΚΕΛΑΙΝΩ:
«ΌΣΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου