ΜΕ
ΔΙΧΩΣ ΟΜΠΡΕΛΑ
Αγνοήσαμε το φως και βγήκαμε στις αχανείς αμμούδες να
ντυθούμε τα κρόσσια του ήλιου με δίχως ομπρέλα προστασίας. Ήταν εκείνη την
εποχή που έρρεε ο πακτωλός στις τσέπες μας∙ τότε που μηδίσαμε ντυμένοι φανταχτερά πούπουλα, ολόιδιοι παγώνια! Τότε
που στις μεγάλες λέσχες γύριζε ο τροχός και παιζόταν η μοίρα μας στα ζάρια
κορόνα - γράμματα.
Κι
εκεί, κοντά στο δείλι, την ώρα που οι σκιές μεγάλωναν, ξενικά γεράκια
αρπακτικά, μάδησαν τα φτερά μας…. Κι εμείς με τους αυλούς των οστών μας ανά
χείρας, κάτω απ’ τ’ αλμυρίκια φουσκώναμε τους ασκούς του Αιόλου, κάνοντας
βεντάλιες τα πολύχρωμα κουρέλια μας. Στα κόρφια του χάους αφήσαμε ενέχυρο την τελευταία
μας ελπίδα.
Αγνοήσαμε
το φως και βγήκαμε σε αχανείς θάλασσες. Κάναμε ηλιοθεραπεία. Ψηθήκαμε…
Χωρίς ασπίδες προστασίας τυφλωθήκαμε απ’
τη μεγίστη αναλαμπή. Στραβοί βαδίσαμε σε
μαντρότοιχους σφαγής σαν το κοπάδι..
Κι
όσοι από ‘μας δεν στραβωθήκαμε, τους κεραυνούς του Δία φοβηθήκαμε. Την
χλαλοή της αστραπής… Φρουμάξαμε απ’ τα λαγούμια μας. Σκορπιστήκαμε σαν του λαγού
τα παιδιά. Στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα
απλώσαμε ρίζες. Γέμισαν οι πέργολες γερτές κληματαριές απ’ του καρπού το φόρτο. Στα πατητήρια της ζωής λεβέντες νιοι τη γνώση
τους κεράσανε. Μέθυσε ο κόσμος από φως
ελληνικό!
«Ελλάδα,
χώρα του Φωτός!» έτσι μας ντάντευαν οι παραμάνες μας. Τις νύχτες μαθητεύσαμε στο πλάι τους ρουφώντας το
γάλα της αμάλθειας αδημονώντας να ξεφύγουμε της αμάθειας. Ήταν ταμένες μ’
αλήθειες να ντύνουν τις νύχτες μας
φυλάσσοντας Θερμοπύλες με ασπίδες και δόρυ.
Έτσι
αναθυμηθήκαμε τα παραμύθια τους κι όλο το φως
που αναδυόταν απ’ τις σελίδες των παμπάλαιων ημερολογίων τους.
Τρίτη,
5 Σεπτεμβρίου 2017
Μαρία Κολοβού Ρουμελιώτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου