Έγερνε
το κορμί σαν ιτιά κλαίουσα
Πάνω
στη σκληρή μοίρα της πέτρας
Σκαλίζοντας τις
αγκίδες της μνήμης της.
Άοκνα
σφυρηλατούσε
Τα
απολιθώματα της φαντασίας της
Λυτρωτικός
χρησμός να γραφτεί
Με
έργα και ημέρες δικές της.
Τίποτε
δεν μπόρεσε να προσάψει στη μοίρα της
Το
μάγιστρο χρόνο είχε αποκάμει σύμμαχο
Μαζί γρασάρανε τις σκουριασμένες πόρπες.
Απ’ την
επέλαση των κυκλώνων
Το
μαύρο τους μάτι συγκράτησε
Που
έσερναν μαζί τους
Τ’
ακοίμητα όνειρα.
Τώρα
πια γέρασε.
Έμαθε
να λατομεί από το λατομείο της καρδιάς
Κρίνους
λευκούς να λαξεύει
Στου
νου τα πυργόσπιτα.
Νούφαρων
σπέρματα έρρινε
Εκεί
που λίμναζαν οι προσευχές
Συντροφιά
με το
χώμα
Του
πήλινου κορμιού της.
Να
ασπαστούν τα δάκρυα της
Στερνά γητέματα να προσφέρει.
Τετάρτη, 30 Αυγούστου 2017
Μαρία Κολοβού - Ρουμελιώτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου