Να τι έγραψε ένας ιερέας κανονικός, με γένια και ράσα. Και άνθρωπος συγχρόνως επίσης κανονικός. Με χέρια, πόδια, μάτια και κυρίως αισθήματα και συναισθήματα. Σχεδόν μέσης ηλικίας ο οποίος αισθάνεται ότι έρχεται μέσα από τα βάθη των αιώνων, και πως κουβαλά χώμα από όλα τα μέρη της γης. Που έχει αναμνήσεις από πρόσωπα και ιστορίες που κατοικούν πλέον σε χώρες ετέρων μορφών ζωής. Δεν είναι μόνος. Κουβαλά στις φλέβες του όλο τον κόσμο. Όλον τον Αδάμ. Την πτώση και την Ανάσταση του ή την Ανασύνθεση του καλύτερα.
Αναρωτιέται: Λες ο Ιησούς να ήταν ο Αδάμ; Μήπως ο Ιούδας ήμουν εγώ, που γύρισα να εξιλεωθώ; Ο Ληστής, μήπως ήσουν εσύ; Μήπως αλλάζουμε ρόλους μέσα σε μια αέναη ροή, που είτε κυλά ράθυμα είτε ορμητικά έχει μονάχα μια νοσταλγία …………. την Θάλασσα;
Ονομάστηκε Λίβυος γιατί είναι από την γη εκείνη. Γη της ερήμου και της καρδιάς. Του έρωτα και του πάθους. Του κατά κόσμο και κατά Θεό.
Ονομάστηκε Λίβυος γιατί τα χνάρια του είναι μπερδεμένα με τα βήματα χιλιάδων εκατοντάδων πνοών που πάτησαν, περπάτησαν, έζησαν και πέθαναν στο τόπο του. Και το κελί του είναι μια πολύ εσωτερική υπόθεση αυτοεξορίας και εθελούσιας μόνωσης. Ένας συλλαβισμός νέων πραγμάτων. Ανάγνωση μιας γλώσσας χωρίς ήχους και γράμματα. Χωρίς σύμφωνα και προπάντων φωνήεντα. Είναι χώρος εσωτερικής θέασης και ενατένισης και γράφει αυτά που νιώθει και όχι τόσο αυτά που σκέπτεται. Εκείνα που αυθόρμητα και ακατέργαστα, παραδείσια πρωτόγονα ζούνε την παρθενική τους γέννηση μέσα του. Άλλωστε η σκέψη, οι ιδεολογίες, οι φλυαρίες και κυρίως οι φιλοδοξίες γέρασαν πρώιμα την άνοιξη μέσα του. Εάν σιγάσουν οι σκέψεις, ίσως να γεννηθούν τα νοήματα. Και συλλογίζεται πως ίσως η ζωή να είναι πιο ωραία στην αμεσότητα της επαφής και της στιγμής, παρά στην ανάλυση της. Το γράψιμο για εκείνον είναι ανάγκη παιδική. Δε το έχει ακόμη ξεπεράσει. Ίσως να πεθάνουν και παρέα.... και αυτός ο ιερέας δεν είναι άλλος από τον π. Χαράλαμπο Παπαδόπουλο ή αλλιώς π. Λύβιος
Όταν οι άνθρωποι ζητούν την ευχή και μου φιλούν το χέρι, νιώθω τα χέρια τους να μου μιλούν. Και να δείτε που το καθένα έχει άλλο χαρακτήρα, άλλη δική του ιστορία να διηγηθεί. Κανένα άγγιγμα δεν είναι ίδιο. Είναι πάντα μοναδικό. Όπως μοναδικές είναι και οι ζωές μας. Υπάρχουν χέρια μαλακά σάν βελούδο, ευαίσθητα με τρόπους ευγενείας. Χέρια γεμάτα δύναμη και αυτοπεποίθηση, χρόνια δουλεμένα. Υπάρχουν και χέρια ντροπαλά που δεν ανοίγονται εύκολα και στο χαιρετισμό μένουν μισόκλειστα. Μα πιο πολύ εκείνα που με συγκλονίζουν στο άγγιγμα τους αισθανόμενος βαθιά ανάγκη να τα φιλήσω, είναι αυτά που έχουν μείνει καιρό άδεια, μόνα και ορφανά. Δίχως αγκαλιά, δίχως κάποιος να τα κρατήσει στοργικά. Εκείνα, σε σφίγγουν δυνατά, ιδρώνουν στις παλάμες σου και σου φωνάζουν «κράτα με…».
π. Λύβιος
http://plibyos.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου