Προσεγγίζοντας τις «ΤΡΥΠΙΕΣ ΚΥΡΙΑΚΕΣ» της Χριστίνας Παπανικόλα
(Γράφει η Μαρία Κολοβού- Ρουμελιώτη)
Πέρασε κι αυτή η
Κυριακή, συννεφιασμένη όπως και οι άλλες…
Γλίστρησαν οι ώρες
κρεμασμένες στην αιώρα του ήλιου. Λικνίστηκαν στον αργύλογο μια μια, μέχρι να
πέσουν στο δίχτυ για να γίνει η «Άλφα διαλογή» και πριν σβήσουν τα φώτα,
με τη γραφίδα της η Χριστίνα Παπανικόλα
να σιδερώσει κολλαριστά τις λέξεις κι από τις «Τρύπιες Κυριακές» της να συλλέξει στιγμές και να τις διασώσει από το ναυαγισμένο νου με
λόγο αριπρεπή και αγγίγματα
συναισθηματικά∙ να ανοίξει ένα παράθυρο να μπει μια ηλιαχτίδα φωτός στην
πολυκατοικία της θλίψης…
Νοηματική «Κληρονομιά» η «Αντίληψη» μαζί με τη σύλληψη γεγονότων, για την άρνηση μιας βασανιστικής ενηλικίωσης, η οποία
συμβαίνει με την συντριβή της αθώας και ανέμελης παιδικότητας.
Συγκάτοικος σε αυτή
τη διαδρομή των τρύπιων Κυριακών ο ίδιος της εαυτός, με το νου να κλωθογυρίζει
σκέψεις και να υφαίνει προστατευτικά καλύμματα
για να μη μουχλιάσει η ψυχή καθώς
καθημερινά βρέχει στα σωθικά της∙ για να μη σαπίσει μαζί της ο περιβάλλον
χώρος των άλλων. Εμμονές από το φόρτο των αναμεταξύ συναναστροφών, δεμένες στον
κορμό της καθημερινότητας, κλυδωνίζονται
…και συνθλίβεται η συγγραφέας- ποιήτρια από τα λόγια και τις λέξεις που πέφτουν
ως πέτρες αδέσποτες και την λαβώνουν, φανερώνοντας με τον τρόπο αυτό το σκληρό
και αδυσώπητο πρόσωπο της κοινωνίας.
«Καρποί ερωτευμένο. Δυο δυο κρέμονται τα κεράσια» μια
λατρευτή εικόνα της φύσης που δείχνει
την αρμονία της σύζευξης και του έρωτα∙
και κάνοντας «Ζουμ» η Χριστίνα Παπανικόλα, μας μεταφέρει μεγεθυμένο στα
μάτια μας ό,τι ωραιοπαθές∙ μα καθώς η σκέψη προχωρά στη «Μικρή
αναγγελία» το σώμα συσπάτε μαζί με την οντότητα που περικλείει
εκφωνώντας «ως μια ανάγκη, ως μια ελπίδα» τις καλημέρες της, για να δράσουν ως
φαρμακευτική αγωγή για τη επούλωση των τραυμάτων της:
«Σε ετοιμοθάνατους μόνο άναρθρη προσευχή ιδιωτική, ως
μια ανάγκη ως μια ελπίδα», Καλημέρες, σελ 18.
Κι αν ο Μάρτης κι ο
Απρίλης, με την απρόβλεπτη συμπεριφορά
τους και τα ψεύδη γέμισαν αλλεργιογόνα
σκόνη την ψυχή: η μνήμη γίνεται βοηθός και φωτογραφίζει τις πιο ανοιξιάτικες μέρες.
Στο ποίημα «τοπίο κενό» η Χ.Π. με
εύγλωττη γραφή τονίζει: «Σε γη νεκρή/ Με
λάφυρα χρυσά/ στη πλάτη φορτωμένος/ ψάχνω για πηγή/ στο νερό να δω μια μορφή/
γιατί νιώθω χαμένος», σελ 24.
Στον λαβύρινθο του
τίποτα, συναισθήματα μοναξιάς κι ένας «Τοξότης» να λαβώνει το κέντρο της,
καθώς σαν άνεμος τρέχει να προλάβει… να
δει « …μόνο λίγο μαύρο κάτω απ’ το
λαιμό να της θυμίζει πως υπήρξε χελιδόνι»,
η ακόμη να πετάξει με το ίνδαλμά της, τον Δημήτριο Λιαντίνη, τον Ψυχαετό
του, κάνοντας προσευχή για να ανανήψουν οι λιπόθυμοι οραματισμοί τους.
Αργυρεύοντας τις 52 σελίδες του πονήματός της, 27
ποιήματα- άλλα ολιγόστιχα και άλλα με
πιο εμπλουτισμένη στοίχιση , μαζί με 12 πεζογραφήματα μικρού μήκους,
ονομαζόμενα ως «Άναρθροι λόγοι»,
συμπληρώνουν τις «Τρύπιες Κυριακές» της Χριστίνας Παπανικόλα. Από το «Ολικό
άδειασμα» ως το «Σωτήριο χώμα» μεσολαβούν «Ο
πιο βαρύς καφές, Άχρωμα χέρια μαμάς, Μηδέν εις το πηλίκον» για να καταλήξει
στην «Χαράπαυση» στις «Φθορές» και
στους «Μύκητες» με αποκορύφωμα την
εναγώνια προσπάθεια της ηρωίδα της να αναστήσει πρόσωπα εικόνες και στιγμές από
τις Κυριακές εκείνες που γλίστρησαν χωρίς να προλάβει να γευτεί την ευτυχία
τους….
21 Ιουνίου 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου