Παρασκευή 13 Απριλίου 2018

«ΑΚΑΜΠΤΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ» της Μαρίας Κολοβού Ρουμελιώτη

«ΛΙΒΑΔΙ»

Μεικτή τεχνική  της Μαρίας Κολοβού Ρουμελιώτη


ΑΚΑΜΠΤΗ  ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ


Πάντα μου αφήνεις φώτα ανοιχτά γιατί φοβάμαι το σκοτάδι. 
Τις νύχτες κρατάς μια χαραμάδα ανοιχτή. Ασημί δρόμο  το φεγγάρι να πάρει. 
Στις γρίλιες να αφήσει ζωγραφιές. Οι σκιές να παίξουν στους τοίχους. 
Δαντελωτό σεντόνι να κεντήσει η  σελήνη στην κρεβατοκάμαρα. 
Να κλέψει κλωνάρι γιασεμιού να αρωματίσει τη σάλα.

Οι φόβοι αυγαταίνουν  σαν λείπεις. Κλειδαμπαρώνω.  
Όλα γύρω μουνταίνουν. Η θάλασσα του νου ντύνεται γκρίζα.
Αγριεύει ο καιρός μέσα μου. Πιάνει χειμώνας στην πολιτεία που ζω.

Τα λόγια σου πάντα κρατάω ζεστά. 
«Να φοβάσαι την ώρα την κακή, τους άδικους ανθρώπους». 
Βυθίζω την πένα του νου  στη μελάνη.  Σε σκέπτομαι. 
Ανάβω   φωτιά να ζεσταθείς όταν γυρίσεις. 
Παίζουν οι φλόγες. Τραγουδούνε. 
Σκαρφίζομαι ιστορίες παλιές και  προσευχές κυκλώνουν την ψυχή μου: 
Ευλογημένες να σε βρίσκουν στιγμές. Κακότροπους ανθρώπους να αποφεύγεις. 
Νερό να ρίχνεις στην φωτιά του θυμού. Να χαμογελάς. 
Να ξεσκίζεις τα μαύρα ενδύματα της πίκρας. 
Λεπτές να γίνονται οι αντιθέσεις της ζωής σαν τις κληματόβεργες  που ξεφλούδιζες παιδί.

Κάτι πρέπει να κάνω για σένα. Έχω χρέος. Δεν θέλω να μένεις παραπονούμενη. 
Τόσα μου έχεις προσφέρει. Όλα τα υπάρχοντα σου τα μοιράστηκες μαζί μου. 
Αυτή τη ζωγραφιά θα στη χαρίσω. Έχει κάτι από της νεότητας το άρωμα.

Θυμήθηκα την κρυψώνα μας. 
Πενήντα σκαλοπάτια κάτω απ’ τη γη  ήταν το πρώτο μας λαγούμι.
Εκείνο το   υπόγειο στην Καραϊσκάκη οδηγούσε από το σκοτάδι στο φως. 
Ψαχουλευτά ανεβαίναμε ένα ένα τα σκαλοπάτια.  Τα κορμιά μας μύριζαν κλεισούρα. 
Έξω άνθρωποι κολλαριστοί. Διαρκώς τρέχαμε να τους ξεπεράσουμε. 
Αυστηρή και άκαμπτη η προσπάθεια μας μέχρι να φτάσουμε ως εδώ.

Τίποτα δεν χαρίστηκε ακαταπόνητα. 
Προέκταση των  χεριών μας ήταν πάντα η θέληση για δημιουργία κι εργασία. 
Ποτέ δεν κάναμε ούτε ένα διάλειμμα. Φάρδαιναν με το ίδρος 
τα οράματα της ζωής. Τροφοί ακούραστοι. Το μέγιστο να ζήσουμε θαύμα της ολοκλήρωσης.

Τώρα που ωρίμασε ο καιρός και τους καρπούς προσμέναμε να δράξουμε 
ψαλίδισαν οι κεραυνοί  το απάνεμο της σιγουριάς. 
Τέφρα σκέπασε τις στέγες των σπιτιών μας. 
Οι ψυχές μας μαύρισαν σαν τα πνευμόνια που μόνο πίσσα ανασαίνουν κι  η θάλασσα της υπομονής ορφάνεψε από σφουγγάρια τα λάθη όσων έφταιξαν να σβήσουν…

Παρασκευή, 2 Μαρτίου 2018

 Μαρία Κολοβού Ρουμελιώτη


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου