Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022

«ΑΝΤΑΡΤΙΣΣΑ » στίχοι της Μαρίας Κολοβού Ρουμελιώτη






 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 ΑΝΤΆΡΤΙΣΣΑ
 
Καθόσουνα στο πρώτο το θρανίο. 
Σε φώναζαν τ’ αγόρια αρχηγό.
Κάστανα μάτια έχεις. Λάμπει   η θωριά σου. 
Τον ήλιο έχεις πάντα  οδηγό.  

Στο μέρος της καρδιάς σου ένα αστέρι.

Το  ύφανε υφάντρα  σ’ αργαλειό. 
Οι έγνοιες  σου πολύβουη κυψέλη. 
Ξυπνάς και τρέχεις με άοκνο ρυθμό.

Γλυκιά μου, αντάρτισσα, ντυμένη τη  φροντίδα,

φιλόσοφο σε είπα μια φορά  
με έκοψε η ματιά σου σαν λεπίδα  
και δέθηκε  σαν κόμπος η λαλιά.

«Εγώ δεν θέλω μεγαλεία και μελώματα

αντάρτισσα η ψυχή μου προχωράει 
της μάχιμης ζωής φορεί τ’ αρώματα  
τον δίκαιο αγώνα αγαπάει.

Εγώ δε ζήτησα ποτέ μου μεγαλεία

κρατώ το  δόρυ μαζί με την ασπίδα μου 
πως θα ριγήσουν οι άθεοι στα θεία  
βροντοφωνάζω και τρέμει η  πανοπλία μου»

 7 Νοέμβρη 2013

 Μαρία Κολοβού Ρουμελιώτη

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2022

ΠΑΡΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΥΣΙΕΣ της Μαρίας Κολοβού Ρουμελιώτη

Πόσα βήματα να κάνω την ημέρα; - Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ®

ΠαρουσΙες και απουσιεσ 

 

Τα ίχνη μας διαβρώνονται  στο ξέσπασμα  ολέθριων  καταιγίδων.  
Ποια οπτασία θα κρατήσει τις  δάδες στις εσπέρες να φωτιστούν οι διάδρομοι της ειμαρμένης; Να φωτιστούν  τα αγέλαστα παιδικά πρόσωπα που πασχίζουν μια ολογραφία χαριτωμένης ζωής; Να ακουστούν οι κραυγές πίσω απ’ τα συρματοπλέγματα που μας έχουν τυλίξει; Ποιος θα ξυραφίσει τα αποστήματα; Ποιος θα συρράψει  τα εξαϋλωμένα κομμάτια;
Κόσμος και κοσμάκης περιδιαβάζει και χάνεται στην άβυσσο. Ξερά κλωνάρια… φορτωμένα κάποτε λωτούς… διάφανα κρίνα που μύρωναν το δισκοπότηρο της ζωής… Παρουσίες αδρανείς χαμένες στο χωρόχρονο. Οπτασίας φαντάσματα μαντρωμένα στη σκιά της ζωής. Ανθρωπάκια βαπτισμένα στην κολυμπήθρα της απληστίας. Και τι δεν υπάρχει σε τούτο το δεντροπερίβολο!
Δούλοι κι αφέντες, θεοί και δαίμονες βασιλεύουν στην έρημο του ζώντος θανάτου. Ενός θανάτου που κυβερνάει μίζερη ζωή και  πακτωλό θάνατο˙  σαν αντίδωρο  σε ανήθικους  ημίθεους σε ένα εικονικό παράδεισο ενός εικονικά στοργικού  κηπουρού. Έχουν ξεχάσει πως, το πεπρωμένο  δεν δημιουργείτε από τα παπούτσια που φοράνε αλλά από τα βήματα που κάνουνε...
Ζωή και θάνατος συνοδοιπόροι αταίριαστοι  προσπαθούν να οριοθετήσει ο ένας τον άλλον… Η  ζωή προχωράει… για λίγο  ξεφεύγει του θανάτου κι αυτός την κυνηγάει κρατώντας το άσπρο της πέπλο στα μαυρισμένα απ’ τα αίματα χέρια του…
Αναβολή στην αναβολή φτάνουν το στόχο. Εκεί που φανοστάτες χαράζουν διαδρομές που όρια δεν κατέχουν. Και βρίσκουν κάτι μάτια που κοιτούν  μα δεν βλέπουν την αλήθεια  του παρόντος… την απουσία του μέλλοντος… την πάλη της ζωής με την αρματωσιά του θανάτου…
Είδος προς εξαφάνιση της γης οι ανδρειωμένοι, οι εκτελεστές των υποχθόνιων δαιμόνων μας. Με το κιάλι εντόπισα κάτι αετίσια μάτια… κάποιους  ακρίτες τολμηρούς  που ακόμη φυλούσαν Θερμοπύλες!
Ήτανε  κάποιοι  άνθρωποι, βουνά‧ βράχοι ακλόνητοι σε χιονοσκέπαστες κορυφές, που ύψωναν λάβαρα περήφανα και προσκαλούσανε τα όνειρα της νιότης που έχει ξεφύγει. 
Ήτανε κάποιοι ακοίμητοι μαχητές που αντάριαζαν  τις στιγμές, τόξο τις κάνανε, τον πόνο βέλος και σαΐτευαν τη βουβή μοναξιά‧ ξεπλένανε με γέλιο το δάκρυο  της  ζήσης της βαριεστημένης και αφήνανε ατρόχιστο για πολύ του Χάροντα το δρεπάνι, μειώνοντας τη σοδιά του.  Συντροφεμένοι ήτανε με  αλαργινούς αετούς, που τα γερασμένα ράμφη τους τρόχιζαν και τα γαμψά τους νύχια ροκάνιζαν στα βράχια της ζωής‧ στη νιότη  τα πρόσφεραν στέφανα και ξανάνιωναν.
Υπήρχαν που να μην υπήρχαν  και κάτι  σκαριά  που παρασέρνονταν λυμένα σε μουράγιου σκουριασμένα τσέρκια. Στ’ ανήλιαγα σκούριαζαν σαν  ελεεινά  φαντάσματα…

Τετάρτη, 26 Οκτωβρίου 2022

 Μαρία Κολοβού Ρουμελιώτη