Το οδοιπορικό ενός ποιητή

(της Μαρίας Κολοβού Ρουμελιώτη) 

Στα σαράντα και κάτι μέχρι σήμερα χρόνια που προσπαθώ ν’ αφήσω ένα υπαρξιακό στίγμα, κατάφερα το «Μέγα»: Να μεταφέρω  και να σπείρω το δωρηθείσα σπόρο της ζωής σε καινούργιες ζωές, που θα φέρνουν πάντοτε μαζί τους ένα κομμάτι της δική μου φύσης. Επίσης, έχοντας πάντοτε την αίσθηση και το βάθος της αξίας της δημιουργίας και τη δύναμη της ποίησης, ελπίζω να καταφέρω  να πλάσω ένα στιχουργικό κορμό που πάνω του να καθρεπτίζεται η ανησυχία και η γαλήνη, η αιώνια αφοσίωση του ποιητή και η ατέρμονη αγάπη του σε στίχους που ηρεμούν, που προβληματίζουν, αλλά και που ταράζουν τη σκέψη ανοίγοντας το δρόμο προς το  όραμα.
Προσπαθώ να μιλώ όσα γίνεται πιο δυνατά με την εσωτερική φωνή των στίχων, σε μια γλώσσα μυστική που μεταφράζεται με κώδικες που τους έχουν δημιουργήσει οι ίδιοι οι στίχοι μαζί με το δημιουργό τους.
Επιχείρησα να γράψω κείμενα που να μεταφράζουν με  επιείκεια τα συναισθήματα και την σκέψη χωρίς ποτέ να μπορέσω να γαληνέψω πάνω στο πουπουλένιο μαξιλάρι του ύπνου. Αλήτικα η σκέψη βγαίνει κάθε φορά σεργιάνι μαζί με την έμπνευση που η Μούσα εμφυσά, περιμαζεύοντας στο σκληρό  δίσκο ό,τι απομεινάρι βρίσκει προσπαθώντας να χτίσει κάτι καινούργιο μέσα από τις τόσες χιλιοειπωμένες ιστορίες της κτήσης. Καινούργια και παλιά στοιβαγμένα σε τσαλακωμένες σελίδες προσπαθούν να ρυθμιστούν με σειρά, να βγαίνει το απόσταγμα εκείνο που επιθυμεί η κυψέλη του μυαλού.
Ανήσυχη η σκέψη, πρωτοπορεί του εφησυχασμού παρατείνοντας την επαγρύπνηση του νου. Νιώθω ακούραστος οδοιπόρος που ανεβαίνει τα Ιμαλάια πάνω στα νέφη που δημιουργούν  τα χιόνια, χωρίς να μπορώ να διακρίνω που σταματάει η Γης και που αρχίζει ο ουρανός!  Νιώθω πως μ’ έχει υιοθετήσει η Ποίηση, πως με έχει κάνει δικό της παιδί και μου δείχνει καθημερινά το δρόμο που είχε δείξει στη Σαπφώ, στον Πίνδαρο, στο Δάντη, στον τραγικό Αισχύλο.
Ισότιμα όπου γίνεται, πρωτότυπα όπου η έμπνευση επιτρέπει, ακούραστα πάντα προχωρώ κι όπου με βγάλει η Μεγάλη Μητέρα… Ως επιμελής μαθητής αφήνω την τυχοδιωχτική μου πένα να χαράζει στο άσπιλο χαρτί τις ανησυχίες μου χωρίς ποτέ να χορταίνει απ’ τ’ αρώματα των γραφημάτων μου. Ποτέ δεν επαναπαύτηκα στο δημιούργημά μου. Μια ακατάπαυστη φωνή μέσα μου διαμαρτυρόταν συνεχώς πως ποτέ δεν είχε πλησιάσει τον στόχο.  Κι ο στόχος πάντοτε διαγραφόταν μακρινός, απλησίαστο όνειρο, που πάντα μου χαμογελούσε… που με προσκαλούσε σε εναγκαλισμό κι έφευγε.Με τον καιρό διαπίστωνα πως μόλις είχα ακουμπήσει την αρχή  του νήματος που έγνεθε η Μούσα! Σαν πεινασμένο μωρό που λαίμαργα ρουφά το παραφουσκωμένο μαστάρι της μάνα του βυζαίνω το νέκταρ της που με γλυκαίνει και με μεθά χωρίς ποτέ να χορταίνω!
Οι σκέψεις συντρόφευαν τις ανησυχίες μου. Τα κείμενα την καθημερινότητά μου. Οι ελπίδες μου ακουμπούσαν στα ράφια που έχει αρχειοθετήσει η κρυφή βιβλιοθήκη της ψυχής. Αν ποτέ σπάσουν οι κώδικες και διαβαστούν οι κρυφοί μου στοχασμοί, αυτό δεν μπορώ να το γνωρίζω! Ο χρόνος, αυτός ο μεγάλος κυρίαρχος και σκληρός κυβερνήτης της ζωής, μαζί με τα μπαγκάζια που κουβαλάει θα δείξει σε τι κατάστιχο τυραννικό έχει καταγράψει τον καθένα, ή αν τον διέγραψε  απ τη μνήμη του… Πάντως, θα είμαι ικανοποιημένος πως υπηρέτησα αυτό που αγαπώ με αφοσίωση.
Δεν προσπάθησα ποτέ να προκαλέσω. Δεν προσπάθησα να αρέσω σε κανέναν, εκτός του ότι μονάχα προσπάθησα να ξεδιψάσω και να νίψω τας χείρας μου μέσω της γραφής. Να ξεχάσω τον κάθε μου πόνο δημιουργώντας. Δεν προσπάθησα να πλουτίσω. Χάρισμα δίνω τον κόπο και τον ιδρώτα μου σε αυτούς  που  τον σέβονται. Προσπάθησα να επενδύσω! κι αυτή η επένδυση δεν είναι καμιά άλλη πέραν της επένδυσης στη γνώση, που παρόλη ην προσπάθεια μου δεν έχω κατορθώσει ακόμη να αποχτήσω.
Αδαής κι αμαθής νιώθω και θλίβομαι γι αυτό. Καλύπτοντας ένα κενό στην άμορφη μάζα της σκέψης, χίλια άλλα κενά  ξεπηδούν και με πνίγουν...
Σ’ αυτή την αχόρταγη ζωή, μικρά σοφά αποσπάσματα από κείμενα αρχαίων φιλοσόφων φυλλομετρούμε χωρίς ποτέ να οικειοποιηθούμε τις ενδότερες αξίες τους.
Καθημερινώς απομακρύνομαι από τους κανόνες και τα προσχήματα που θέλουν τους ανθρώπους αρεστούς στην κοινωνία των λεόντων. Αντιστέκομαι και φωνάζω πως ατόφιος θέλω να μείνω με τη δική μου σφραγίδα στο σώμα μου! Τίποτα δεν μπορεί να με κρατήσει με το ζόρι εκεί που συχνάζει το πλήθος. Μοναχικός οδοιπόρος με πανωφόρι την Ποίηση, προχωρώ… Ό,τι ώρα θέλεις με συναντάς στο μοναχικό μου δρόμο και προχωρούμε, κοιτάζοντας μπροστά, τον ορίζοντα που διαγράφεται πάνω σε καθαρό ουρανό, να γνωρίσεις το άρωμα των στίχων,  τον ήχο του βηματισμού, το σκίρτημα της καρδιάς μου!... Ποτέ μου δεν απόφυγα κανέναν. Ποτέ μου δεν ξέχασα τις αγωνίες, τους αγώνες, τους όρκους, τον ήλιο και τη θάλασσα. Κι όλες αυτές  τις αγωνίες κοινές τις είδα με τις αγωνίες όλου του κόσμου! Με την Ποίηση έφτιαξα μια καινούργια πατρίδα που μπορώ να διαμένω χωρίς να με πνίγει...Χωρίς να μου φορολογεί τη σκέψη και τους στίχους. Μπορώ ανά πάσα στιγμή να την διασχίσω χωρίς να πληρώνω διόδια και καύσιμα. Το μόνο που χρειάζεται είναι το διαβατήριο της φαντασίας.
Ποτέ δεν κυβερνήθηκα από τον υπερκαταναλωτικό πνεύμα, τη διαφήμιση και τα επώνυμα είδη. Προσπάθησα να δώσω νόημα  στην ανώνυμη φύση μου και να τη δρομολογήσω σύμφωνα με τα δικά μου πρότυπα: Με αθόρυβο και συνεχή βηματισμό να προχωράω με οδηγό την ηθική κι τη λογική που μου κληροδότησαν σεμνοί δάσκαλοι.
Γεννήθηκα σε χρόνια που οι άνθρωποι έψαχναν τρέχοντας θα συναντήσουν τη μοίρα τους. Κι η Τύχη τους φάνηκε βαρυφορτωμένη και την ακολούθησαν χωρίς κανέναν ισολογισμό. Παιδί ατόφιων ανθρώπων  που μ’ έμαθαν να ακουμπώ στην Αλήθεια, να τη χειρίζομαι με τρόπο που να μην επιτρέπει τη μεσολάβηση κανενός ψεύδους.
Δεν ζήτησα ποτέ μου πολλά. Βολεύτηκα με τα λιγοστά μου υπάρχοντα καλύπτοντας τις γνωστικές και βιολογικές μου ανάγκες σύμφωνα με την  σειρά προτεραιότητας που τις είχα βάλει. Σωστή οικογένεια, ήρεμη έγγαμη ζωή αφοσιωμένη στο καθήκον του συζύγου και στο καθήκον της  μητρότητας, μαθαίνοντας να παίζω τους ρόλους μέσα από τα λάθη μου και την ατέρμονη προσπάθεια μου να βελτιώσω τον Ανθρώπινο ρόλο μου, δίνοντας την πιο βαθιά πνοή ζωής στους απογόνους μου.
Τους τραγούδησα ...Τους νανούρισα ...Τους τάραξα την ηρεμία με τις ανήσυχες ρίμες των στίχων μου. Αγαπήθηκα και μισήθηκα χωρίς ποτέ να μισήσω. Ακόμα και τους εχθρούς μου τους συγχώρεσα και τους λυπήθηκα γιατί δεν μπόρεσαν να καταλάβουν πως είναι χάρισμα να λέγεσαι «Άνθρωπος».
Προσπάθησα να εντρυφήσω την  άγνωστη κι ακατανόητη φύση μου... Ενημερώθηκα για θρησκείες και πολιτεύματα, μελέτησα φιλοσοφίες κι αφουγκράστηκα τη ροή της Ιστορίας...Αδυνάτησα να δώσω εξηγήσεις σε καίρια ερωτήματα. Μόνο αφέθηκα στοργικά στην εσωτερική φωνή μου να κατευθύνει με σύνεση και στοργή, γιατί ποτέ μου δεν μπόρεσα να αντέξω τις μεγάλες διακυμάνσεις.  Τώρα, κι οι δυο μαζί μαζεύουμε σαν μέλισσες το νέκταρ απ’ τους ανθούς και το κουβαλάμε στις κηρήθρες του μυαλού μεταποιώντας το σε μέλι για να τραφεί το μελίσσι.
Και θα συνεχίσω όσο ζω την ίδια διαδρομή ανάβασης και φτάνοντας εκεί που θα φτάσω,  θα είμαι ήσυχη πως κάτι έκανα γι αυτούς που θα ακολουθήσουν πίσω από μένα.

 

Πέμπτη, 27 Δεκεμβρίου 2012

Μαρία Κολοβού - Ρουμελιώτη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου