Νοηματική προσέγγιση της ποιητικής συλλογής ΡΗΓΜΑΤΑ του Δημήτρη Α. Δημητριάδη, Εκδόσεις 24 γράμματα , Ιούλιος 2021.
Της Μαρίας Κολοβού Ρουμελιώτη
ΡΗΓΜΑΤΑ ονόμασε την καινούργια του ποιητική συλλογή ο ποιητής Δημήτριος Α. Δημητριάδης, η οποία εκδόθηκε τον Ιούλιο του 2021 από τις Εκδόσεις 24 γράμματα.
40 ελευθερόστιχα ποιήματα-40 κραυγές, σαν να περνά η ψυχή από 40 κύματα μέχρι τελικά να ‘βρει το λιμάνι της.
Με την κυριολεκτική έννοια της λέξεως ρήγμα, ως σημείο που διακόπτεται η συνέχεια κάποιου σώματος, ως ρωγμή ή ως χάσμα, η εν λόγω ποιητική συλλογή έχει πολλά να μας διδάξει. Το ίδιο επίσης μας τάζει κι αν εξηγήσουμε μεταφορικά την έννοια των ρηγμάτων. Θα βρεθούμε μπροστά σε διαστάσεις, διχασμούς και διασπάσεις, τις οποίες ο ποιητής προσπαθεί το φράξιμο τους, συγκολλώντας τις ρωγμές, ενώνοντας τα σπασμένα κομμάτια του παζλ.
Πολλάκις, «Στη ρουλέτα» ανάστροφα διαβάζει τη ζωή του, από τα πιο πρόσφατα ως και τα πιο παρελθόντα, παρατηρώντας κι ελέγχοντας τα φάσματα της ζωής με τους ανθρώπους κυκλωμένους από άτρωτους δαίμονες όπου με επιμονή να τυλίγουν και να ξετυλίγουν κάθε αιμορροούσα πληγή με αβάσταχτο πόνο.
Τοποθεσίες, αγαπημένα προσφιλή μέρη, το παλιό σπιτικό , οι φωτογραφίες των νεκρών, μεταμορφώνονται σε σκιές που ψηλαφούν τα χαλάσματα. «Κάθε φορά» που επιστρέφει στα παιδικά του χρόνια, ξυπνά το αίμα στα σπλάχνα του, ανοίγει φτερά κι ένας αόρατος άνεμος τον ταξιδεύει σε κάμπους καταπράσινους. Σαν το γεράκι ξεχύνεται να φέρει πίσω κομμάτια ουρανού, σπόρους της θύμησης για να ριζώσουν στη ψυχή να γιγαντώσουν για να μην ξεχαστούν. Μια διαρκής αναζήτηση στα παιδικά του όνειρα, στα χρόνια της αθωότητας και της ωριμότητας, για να φραγούν τα ρήγματα να μη βαλτώσει η ψυχή. Η σκέψη πλανιέται, φτερουγεί με παλμό παιδικής φωνής, κουρνιάζοντας εν ώρα εξομολόγησης στις ρίζες των λέξεων. «Ο πόνος ο παλιός», είναι παρόν‧ σαν σκοτεινός επίλογος, σαν σάλπιγγα βραχνή, σαν χρησμός φριχτά ματαιωμένος, που του λιανίζει τις φλέβες και την ψυχή.
Αγαπητές φωνές που σφυρηλατούσαν δικές του ψηφίδες, η φωνή του πατέρα, η μυρωδιά του ευωδιαστού ιδρώτα που ακόμη ριγμένος στην αγκαλιά της Παρανέστιας γης, κρατούν αναμμένη τη φλόγα μέσα του.
Μπορεί να βλέπει ουράνια τόξα, αλλά, βλέπει κι αίματα να κυλούν στα ρήγματα του εδάφους. Αναφιλητά από τα μνήματα του κόσμου και «μέρες ορφανές», που όλο λιγοστεύουν. «Σε στιγμές που κράτησαν το φως και τώρα το επιστρέφουν» καρφώνονται τα τρομαγμένα μάτια του με πεθυμιά κι ελπίδα να κρατήσουν ζωντανό εκείνο το φως.
Ώρες ώρες ντύνεται την πείρα της σιωπής, γλιστρά σαν φίδι στις φλόγες ενός άλλου κόσμου γεμάτου μυστηριώδεις αντανακλάσεις, με μορφές τραγικές και ναυαγισμένες‧ με το χαρτί και το μολύβι να βουλιάζει στους βυθούς όπου θρηνούν οι λυπημένοι άνθρωποι, κάνοντας ενδοσκόπηση στην δική του ψυχή. «Σαν το μαράζι που διαπερνά τα κόκαλα», με τεταμένες τις αισθήσεις , απλώνεται παράφορα βγάζοντας σπίθες από μια εσωτερική έκρηξη.
Για όσα δεν καταφέρνει, μελαγχολεί. Παράπονο και σπαραγμός τον πιάνει για τα «θέλω των ποιημάτων» καθώς ποτέ κανένας δεν γνώρισε τα βαθύτερα σκιρτήματά τους. «Άλλο να μετράς τα πάντα στα εξήντα κι άλλο στα είκοσι» μας λέει ο Ποιητής στο εν λόγω ποίημα της σελίδας 33. «Μακραίνει των ερώτων ο κατάλογος/ απλώνεται η γεωγραφία των παθών/ πλουτίζεται της μνήμης το σεντούκι». Οι εμπειρίες γίνονται εργαλεία στα χέρια του‧ γίνονται οι λέξεις εκείνες που θα αφήσουν στις σχισμές του χρόνου το καταστάλαγμά τους‧ το ράμμα για τη συρραφή των τραυμάτων‧ η φαρμακευτική ουσία για την ίαση των πληγών.
«Όταν η νύχτα στοιβάζεται» …οδύρονται οι λυγμοί, σπαρταρούν, ξεσηκώνουν το σκοτάδι στο πόδι κι ένα τσιγάρο σιγοκαίει την καρδιά του, μέχρι να γίνει καύτρα ολόκληρος θέλοντας να ζεστάνει τη νύχτα.
Ο λόγος του εξωστρεφής, βαθύς κι ώριμος που αναγεννά τη μυστική φωνή μέσα μας, που διευρύνει τη γνώση και συντηρεί τη μετά θάνατον πυρά! «Γιατί εκεί είναι τα γραπτά κι εκεί μένουν» θα μας υπενθυμίσει στη σελίδα 43 του πονήματός του.
«Με φωνή που αντηχεί», στο ποίημα της σελίδας 45, θα μας μιλήσει για όσα δεν γράψαμε:
Όσα δεν γράψαμε
λαγοκοιμούνται τη μέρα
μόλις σκοτεινιάσει ντύνονται στα λευκά
ιππεύουν ζέβρες
στρουθοκάμηλους
καλπάζουν στ’ ανοιχτά
περνούν το σύνορο
κι άλλοτε γλιστράνε στους φωταγωγούς
ή χορεύουν στη θάλασσα επάνω.
Μάτια που δε γνωρίσαμε τα κατοικούν
και λάμψεις άλλες
κι ένα κομμάτι της αυγής
με φωνή που αντηχεί
μέχρι ξανά
περνώντας στις φλέβες
να κερδίσει το σχήμα ο κόσμος.
Άλικες λέξεις κάτω απ’ το μαύρο ρούχο της πληγής, φοβεροί νηπτικοί ερημίτες οι στίχοι, περιμένουν, έστω κι ένας ν’ αντηχήσει σάλπισμα τροπαιοφόρο. Επίκληση κάνει με περισυλλογή στη σιωπή: σ’ ονείρου φυλλωσιά να σταθεί, στο στέκι όπου παίζουν οι παλιοί οργανοπαίχτες, πίσω απ’ τα κλειστά του βλέφαρα ν’ αστράψουν οι αστραπές. Κι αυτή η αναλαμπή δε θα ‘ναι τίποτα άλλο παρά μονάχα η ψυχή που ξέρει να μιλά και την ανώφελη βοή του κόσμου να κοπάζει.
Ο ποιητής ολοκληρώνει την ποιητική του συλλογή με το ελπιδοφόρο ποίημα «Θα ‘ρθει καιρός» της σελίδας 54-55.
Ό,τι κι αν πεις
ό,τι κι αν κάνεις
θα ‘ρθει καιρός
που θ’ αλλάξουν τα πράγματα.
Δεν θα μασάει τις φλέβες ο καιρός
τα λόγια θα ‘χουν ρίζες
κι άνεμοι τρεχάτοι θ’ ανοίγουν τις πόρτες
τα παράθυρα
σβήνοντας τις σιωπές
το κάρβουνο
τις μολυβένιες σκέψεις.
Ήσυχα θα κυλούν οι ποταμοί της οικούμενης.
Τα πουλιά δεν θα γυρνούν
για να πεθάνουν στα χέρια των ανθρώπων…
…και τα παιδιά θα τραγουδούν
φορώντας χρώματα
πάνω σε φτερωτές χωρίς γρανάζια.
Άφοβα θα ‘ ρχονται τα ξωτικά
τα μυρωμένα πνεύματα
να μας φιλούν τα πρόσωπα
να μας χαϊδεύουν τα μαλλιά
να μας φιλούν τα πρόσωπα
άφοβα θα μπαίνει το φως
στα δίχτυα των ματιών μας.
Θα ‘ρθει καιρός
που οι ψυχές θα μιλούν
κι η βουή του κόσμου τα σωπάσει .
Ευχαριστώ από καρδιάς τον ποιητή Δημήτριο Α. Δημητριάδη για την τιμητική προσφορά του βιβλίου του . Εύχομαι Υγεία και κάθε καλό στον ίδιο και στην οικογένεια του και πάντα να δημιουργεί!
Σάββατο, 27 Νοεμβρίου 2021
Κολοβού Ρουμελιώτη Μαρία
(Συγγραφέας- εικαστικός)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου