Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013

«Οι ήρωες» του Αλέξανδρου Ακριτίδη


Οι ήρωες
Δυο κατάμαυρα μάτια, ραγισμένα και κουρασμένα προσπαθούσαν μέσα από το νοτισμένο τζάμι του καφενέ να δουν τι συνέβαινε στην πλαγιά. Σούφρωνε τα άσπρα φρύδια ο μπάρμπα Σαράντης και μονολογούσε. «Πάει τρελάθηκε ο κόσμος! Γιόμισε κουτούς το χωριό μας! Και το χειρότερο…ακολουθούν τον παλαβό το γιο μου! Τι θα κάνω θεέ μου; Πάλι μαζί μου θα τα βάλει όλο το χωριό, αν γίνει καμιά χαζομάρα… Καλά που δε ζει η μάνα σου, βρε άτιμε, να δει σε τι μπελάδες πας πάλι να μας βάλεις!»
Κρύο το σούρουπο εκεί πάνω. Ίσα που διακρίνονταν πλέον οι χιονισμένες βουνοκορφές ανάμεσα από τις κινούμενες νεφέλες. Παρόλα αυτά όμως τα συνεργεία συνέχιζαν με αμείωτη ένταση τις εργασίες τους. Πέντε μεγάλα φορτηγά είχαν σκαρφαλώσει στην απότομη πλαγιά του βουνού και όλοι μαζί ξεφόρτωναν μεγάλα ξύλινα κιβώτια. Το σκοτάδι είχε πέσει για τα καλά, αλλά είχαν ανάψει περιμετρικά προβολείς για να μην χάσουν ούτε λεπτό από την εργασία τους.
Τόσα χρόνια περίμενε ο μπάρμπα Σαράντης την επιστροφή του κανακάρη του στο χωριό. Τόσα χρόνια μόνος του εκεί πάνω… Η γη σκληρή στην Πετροράχη. Απόκρημνα βουνά, άγονα χώματα και δύσκολες καιρικές συνθήκες. Αυτός όμως είχε μάθει με τα ζώα και την τυροκομία από μικρός και την αγαπούσε τη δουλειά του. Ο μικρός Σταυράκης όμως δεν μπόραγε εκεί. Πνιγότανε! Άκουγε βέλασμα και τρελαινόταν! Μύριζε άλμη και του γύριζαν τα έντερα! Έβλεπε βοσκοτόπι και του φαινόταν κόλαση! Πήρε λοιπόν των ομματιών του και έφυγε ένα πρωί για την Ιταλία για να σπουδάσει φαρμακοποιός. Ήταν πολύ ζωηρό κι ατίθασο παιδί ο Σταυράκης. Όποτε απομακρυνόταν για ώρα από το σπίτι όλο και κάποιος συγχωριανός θα τον έφερνε πίσω πιάνοντάς τον από τ’ αυτί! Η ζημιά και η σκανδαλιά ήταν στο αίμα του. Μπορεί κανείς στο χωριό να μην το παραδέχτηκε φανερά, αλλά όταν αποφάσισε να φύγει όλοι μέσα τους ένιωσαν μεγάλη ανακούφιση για το γεγονός! Ακόμα και οι γονείς του ένιωθαν τη γνώμη του κόσμου, αλλά τι να έκαναν; Παρίσταναν τους ανήξερους!
Τη χρονιά που τελείωναν οι σπουδές στην Ιταλία ο Σταύρος έχασε δυστυχώς  και τη μάνα του από ένα βαρύ κρυολόγημα, διότι δεν υπήρχαν τα μέσα ν’ αντιμετωπιστεί άμεσα. Και μπορεί ο μονάκριβος γιος να επέστρεψε για την κηδεία στο χωριό του, αλλά την άλλη μέρα ευθύς εξαφανίστηκε. Είχε αποφασίσει, όπως είπε στον πατέρα του, να γίνει σκηνοθέτης, διότι όλα τα χρόνια που σπούδαζε στην Ιταλία ασχολιόταν στο Πανεπιστήμιο με θεατρικές και κινηματογραφικές ομάδες. Ο Σαράντης του είχε βέβαια ξεκαθαρίσει πως δεν είχε άλλα λεφτά στην μπάντα για κείνον! Ο Σταύρος ωστόσο τον διαβεβαίωσε πως δεν χρειαζόταν τίποτε άλλο από τον μεσόκοπο πατέρα του.
Έτσι και έφυγε πρώτα για ανάλογες σπουδές στο Βερολίνο και έπειτα βρέθηκε στο όμορφο Παρίσι. Συχνά ο μπάρμπα Σαράντης λάμβανε κάποιες φωτογραφίες από το γιο του ο οποίος εμφανιζόταν με καλλιτεχνικό μουσάκι, μπερέ στο κεφάλι και ένα πολύχρωμο κασκόλ γύρω από το λαιμό! Σταυροκοπιόταν για το "κατάντημα" του γιού του και έκρυβε ευθύς τις φωτογραφίες μην τυχόν και πέσουν σε λάθος χέρια και τον πάρει στο ψιλό όλο το χωριό!
Και να που τώρα έπειτα από τόσα χρόνια ξαναγύριζε ο μικρός του γιος στην Πετροράχη. Το σενάριο ήταν έτοιμο, το σημείο κατάλληλο, ενώ μια αθηναϊκή εταιρεία παραγωγής του είχε εγκρίνει οικονομικά όλα τα μεγαλόπνοα σχέδιά του. Εξάλλου ο ίδιος πίστευε πως λόγω της καταγωγής του από την περιοχή δεν θα του ήταν δύσκολο να γύριζε την ταινία αλλά και να έβρισκε τους απαραίτητους κομπάρσους. Και στ’ αλήθεια χρειαζόταν πολλούς από δαύτους, διότι η ταινία είχε ως θέμα την αντίσταση μιας μικρής περιοχής της Ηπείρου κατά των Γερμανικών στρατευμάτων.
Το πρωί ο Σταύρος πήγε να βρει τον πατέρα του για να μιλήσουνε. Ο μπάρμπα Σαράντης είχε ξυπνήσει από νωρίς και έπινε μόνος το καφεδάκι του. Ξαφνιάστηκε που είδε το γιο του τόσο πρωί.
- Καλημέρα, πατέρα.
- Καλημέρα, παιδί μου. Έλα να σου κάνω ένα καφεδάκι.
- Δεν θα καθίσω πολύ. Με περιμένουν επάνω… Θέλω  μόνο  να  συζητήσουμε μερικά
πράγματα.
- Κάθισε και μη βιάζεσαι. Προχθές πάλι ήρθες να με δεις κι έφυγες αμέσως. Σου είπα να μείνεις να κοιμηθείς εδώ κι εσύ προτίμησες με τους φίλους σου στο ξενοδοχείο! Δεν σε κρίνω, μ’ αυτούς περνάς καλύτερα… Αλλά πότε θα βρεις λίγο χρόνο και για μένα; Να μου πεις τα νέα σου, βρε παιδί μου! Δεν θέλω τίποτε άλλο…
- Μην ανησυχείς, πατέρα. Θα μείνω τόσες πολλές μέρες που θα τα λέμε πολύ συχνά. Ώσπου να τελειώσει η ταινία θα μας πάρει καλοκαίρι! Απλά θέλαμε να βρούμε χιόνι στις πλαγιές γιατί χρειαζόταν στις σκηνές που θα γυρίσουμε. Αλλά άκουσέ με τώρα. Θέλω τη βοήθειά σου.
- Πες μου και βλέπουμε…
- Πατέρα, το χωριό μας είναι μεγάλο. Έχει σχεδόν δυο χιλιάδες ψυχές. Τους περισσότερους από αυτούς τους χρειάζομαι για την ταινία και ιδιαίτερα τους άνδρες. Καταλαβαίνεις τώρα…θέλω να τους ντύσω πολεμιστές! Έχουμε στολές, ντουφέκια, απ’ όλα! Φτάνει να τους πείσουμε να έρθουν! Η ταινία θα γίνει μεγάλη και τρανή και θα παίζεται σε όλη τη χώρα! Πρέπει να την τελειώσουμε πάση θυσία!
- Δε νομίζω, γιε μου, να έχουμε πρόβλημα. Και τώρα που θα βγω στον καφενέ όποιον βρω θα του το πω.
- Δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα, πατέρα… Ξέρεις καλά ότι στο χωριό αυτό έγινε πολύ ισχυρή αντίσταση. Σκοτώθηκαν πολλοί συγχωριανοί και συγγενείς μας από τους Γερμανούς. Και επιπλέον τους λίγους δοσίλογους που υπήρχαν τους έδιωξαν με τις κλοτσιές!
- Ε, και λοιπόν; Πού είναι το πρόβλημα; Όλοι θα δεχτούν να παίξουν!
- Βρε πατέρα, δεν καταλαβαίνεις; Ποιος θα φορέσει στολή Γερμανού; Ποιος θα δεχτεί να κάνει τον στρατιώτη των Ναζί; Αφού το ξέρεις πως κανείς δεν θα θέλει! Και τους δοσίλογους; Αυτούς ποιος θα τους κάνει που χρειαζόμαστε καμιά ντουζίνα;
Εκείνη τη στιγμή τα μάτια του Σαράντη σπινθηροβόλησαν! Το μυαλό του άρχισε να παίρνει ανάποδες στροφές σε σημείο που πλησίαζε να εκραγεί από το ζόρι! «Χριστέ μου», σκέφτηκε. «Πάει θα μας ανάψει φωτιές πάλι αυτός! Καλά ήταν τόσα χρόνια μακριά, τι ήθελε και ήρθε; Αμαρτία να σκέφτομαι τέτοια πράγματα για το παιδί μου και ντροπή μου αν με καταλάβαινε κάποιος ξένος! Μα είμαι άνθρωπος που λέω τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Τι κι αν είναι γιος μου; Λες και αυτός θα με γηροκομήσει; Εγώ τη γυναίκα μου ήθελα εδώ, αλλά πάει κι αυτή την πήρε ο Θεός. Μόνος μου θα πεθάνω τη στιγμή που θα ταΐζω τα ζωντανά ή μέσα στο τυροκομείο. Και θα με βρουν μετά από μια εβδομάδα, γιατί ποιον έχω να με ψάξει; Όλο το χωριό βοήθησα, όλους βερεσέ τους έδινα τυριά και κανείς δεν μπορούσε να μου πει κουβέντα. Και τώρα όλοι θα βρούνε πάτημα, εξαιτίας του γιου μου, να βγούνε κι από πάνω! Γιατί λοιπόν; Μήπως εγώ χρωστάω τίποτα σε κανέναν; Τι δουλειά έχω στα καφενεία να λέω ψέματα στον κόσμο; Για να τους κοροϊδέψουμε και να τους ντύσουμε γερμαναράδες;»
- Πατέρα, τι σκέφτεσαι; Σου μιλάω! Τι θα κάνουμε μ’ αυτό το θέμα;
- Εμένα, Σταύρο, μη μ’ ανακατεύεις μ’ αυτά τα περίεργα πράγματα. Αν θέλεις έλα στο καφενείο που μαζεύονται όλοι κάθε βράδυ να τους μιλήσεις εσύ. Αλλά στο λέω, δεν είναι απλά τα πράγματα. Θα έχουμε προβλήματα!
- Καλά, μη στεναχωριέσαι. Θα βρω εγώ τον τρόπο να τους πείσω!
Πράγματι το ίδιο βράδυ ο Σταύρος με ένα μάτσο χαρτιά στα χέρια έκανε έφοδο στους ήσυχους Πετροραχιώτες που έπαιζαν "Θανάση" στο καφενείο του χωριού. Όλοι γύρισαν και τον κοίταξαν ξαφνιασμένοι, αλλά εκείνος με ένα νεύμα τους καθησύχασε.
- Καλησπέρα σε όλους. Αν και πολλοί δεν με γνωρίσατε είμαι ο Σταύρος ο γιος του Σαράντη. Το ξέρω ότι αυτές τις μέρες σας φέραμε αναστάτωση με τα φορτηγά μας, αλλά γι’ αυτό είμαι εδώ για να σας εξηγήσω τους λόγους…
Πήρε λοιπόν μια ψάθινη καρέκλα και κάθισε πλάι τους για να τους αναλύσει  τα σχέδιά του για την ταινία. Τους εξήγησε πως επέλεξε το χωριό τους γιατί πρωτίστως το γνώριζε καλά αλλά και γιατί ήθελε να αναδείξει τον ηρωισμό των γονιών και των παππούδων τους! Σιγά σιγά όμως έφτασε και στο επίμαχο σημείο! Αυτό των κομπάρσων!
- Θέλω λοιπόν από εσάς να σταθείτε στο ύψος των περιστάσεων! Μόνο έτσι θα αναδειχτεί ο αγώνας των προγόνων μας! Η τιμή της πατρίδας μας βρίσκεται υπεράνω όλων! Είναι για σας λοιπόν η χρυσή ευκαιρία να αναδειχτείτε σε στυλοβάτες της εθνικής μας μνήμης και του άκρατου ελληνικού ηρωισμού!
Ο πατέρας του τον άκουγε έκπληκτος από τις σάλτσες και τα πιπέρια που τους αράδιαζε! «Μωρέ όταν θα σε κυνηγήσουν να δούμε τι θα τους λες!» Αυτός όμως συνέχιζε ακάθεκτος το έργο του.
- Θέλω λοιπόν, όσοι από εσάς αποφασίσετε να συμμετάσχετε ως κομπάρσοι, να ακούτε πιστά τις οδηγίες μου. Να μην δυσανασχετείτε για τίποτα. Διότι μια ταινία δεν είναι εύκολη υπόθεση. Θα υπάρξουν και δύσκολες στιγμές… Να είστε υπεύθυνοι στις αποφάσεις σας και να μην μετανιώνετε για τίποτα. Στο τέλος θα δείτε πως θα δικαιωθείτε από τις επιλογές σας. Η μνήμη αυτών που έφυγαν θα μείνει ζωντανή στις καρδιές μας αλλά και τις νεότερες γενιές, ενώ όλος ο κόσμος θα γνωρίζει πλέον λεπτομερώς ποιες μεγάλες θυσίες έκαναν οι κάτοικοι της Πετροράχης!
Για μια στιγμή οι περισσότεροι νόμιζαν πως άκουγαν υποψήφιο βουλευτή να τους μιλάει και ήταν έτοιμοι να τον επευφημήσουν! Τι λόγος! Τι φοβερή χροιά! Μα ο παλαβός ο Σταυράκης είναι αυτός ή κανένας άλλος που ήρθε από τα ξένα! Τελικά δεν άντεξαν! Όλοι σηκώθηκαν όρθιοι και ξέσπασαν σε χειροκροτήματα! Ο παπά Γιώργης μάλιστα έτρεξε, τον αγκάλισε σφιχτά και τον φίλησε σταυρωτά με πάθος!
- Μπράβο, αγόρι μου! Χίλια μπράβο! Άξιος ο πατέρας σου!
Και ευθύς κάλεσε κοντά και τον πατέρα του για να ασπαστεί τον λεβέντη γιο του! Μα όταν ο Σαράντης έσφιξε στην αγκαλιά του τον Σταύρο, του ψιθύρισε: «Δεν είπες τίποτα για τις στολές! Πες τους να ξέρουν!» Μα ο Σταυρός τον σκούντηξε νευρικά και αμήχανα. «Σώπασε τώρα, πατέρα! Έχω τον τρόπο μου εγώ!.. Σώπασε μην μας ακούσουν!»
Πριν να αποχωρήσουν όμως πατέρας και γιος από το καφενείο, κλείνοντας την αυλαία του παραλόγου, μια φωνή ακούστηκε από το βάθος του καφενείου. Ήταν ο Μήτρος! Είχε χάσει μικρός τον πατέρα του από τους Γερμανούς και δεν το είχε ξεχάσει ποτέ! Σκληρός και αντιδραστικός άνθρωπος. Εξηντάρης πατημένος αλλά γερός σα λιοντάρι! Ο λόγος του πάντα επηρέαζε τους συγχωριανούς του, αλλά όταν τσαντιζόταν καλύτερα να μην βρισκόσουνα στο διάβα του! Αυτός λοιπόν σηκώθηκε όρθιος και φώναξε:
- Γιε του Σαράντη…. Σ’ ευχαριστούμε πολύ γι’ αυτό που κάνεις! Κι εγώ προσωπικά σ’ ευχαριστώ απ’ τα βάθη της λαβωμένης καρδιάς μου! Αφού δε μου δόθηκε ποτέ μια πραγματική ευκαιρία να εκδικηθώ για το αίμα του πατέρα μου, που κάθε χάραμα φωνάζει στα φαράγγια, τότε θα είναι χαρά μου να σκοτώνω γερμαναράδες έστω και στα ψέματα! Κοίτα να μου δώσεις και κανένα καλό ντουφέκι να κάνει αρκετό θόρυβο, σαν τ’ αληθινά!
Άλλη μια μαχαιριά καρφώθηκε στο στήθος του Σαράντη, που γύρισε και κοίταξε το γιο του με θυμό. «Να δούμε τώρα πώς θα τα ξεμπλέξεις», σκέφτηκε και κατευθύνθηκε γρήγορα για το σπίτι του. Η επόμενη μέρα θα φύλαγε εκπλήξεις για όλους τους.
Πρωί πρωί καμιά κατοστάρια άντρες από το χωριό άρχισαν ν’ ανηφορίζουν για την πλαγιά όπου πραγματοποιούνταν τα γυρίσματα. Ήδη είχαν ολοκληρωθεί κάποιες μεμονωμένες σκηνές από τους ηθοποιούς και βρισκόταν στο σημείο όπου μια ομάδα δοσίλογων είχε συνεργαστεί με γερμανούς αξιωματικούς και τους είχαν οδηγήσει στο λημέρι των ανταρτών. Οι συλληφθέντες αντάρτες θα οδηγούνταν μπροστά από τον τοίχο μιας παλιάς αποθήκης για να εκτελεστούν. Έπρεπε λοιπόν κάποιοι να ντυθούν αντάρτες, που ήταν και το ευκολότερο, κάποιοι άλλοι προδότες και κάποιοι τρίτοι γερμανοί αξιωματικοί και εκτελεστικό απόσπασμα. Μπροστά στη δυσκολία του εγχειρήματος έπρεπε ο Σταύρος να σκεφτεί κάτι έξυπνο και μάλιστα γρήγορα! Μπήκε λοιπόν μπροστά τους και τους μίλησε.
- Αγαπητοί μου συγχωριανοί, σας ευχαριστώ πολύ που ανταποκριθήκατε στο κάλεσμά μου. Ωστόσο, όπως σας είπα και χθες το βράδυ, τίποτα δεν είναι εύκολο. Και θα σας εξηγήσω τι εννοώ. Πρέπει δυστυχώς κάποιοι από εσάς να ντυθείτε αντάρτες, κάποιοι προδότες και κάποιοι γερμανοί! Δεν γίνεται αλλιώς…. Δεν έχουμε τη δυνατότητα να φέρουμε κανονικούς Βαυαρούς και να τους φορέσουμε στολές! Το ξέρω ότι δεν σας αρέσει η ιδέα, αλλά για να γυριστεί η ταινία, αυτή είναι η μόνη δυνατή λύση!
Την ξαφνική σιωπή ακολούθησαν ψίθυροι κι έπειτα έντονες διαμαρτυρίες, ώσπου ο αέρας σκίστηκε από τη βροντερή φωνή του Μήτρου!
- Τι είπες, βρε τζιτζιφιόγκο; Τι τόλμησες και ξεστόμισες, βρε σκηνοθέτη της πεντάρας; Ποιος θαρρείς πως είσαι του λόγου σου που θα μας ντύσεις όλους προδότες;
Ευθύς οι περισσότεροι άρχισαν να βρίζουν και ν’ αποχωρούν, ενώ κάποιοι παρέμεναν στη θέση τους παγωμένοι και απογοητευμένοι που χανόταν η μοναδική τους ευκαιρία να έπαιζαν σε κάποια σπουδαία ταινία! Ο δε Σαράντης είχε ήδη κρυφτεί πίσω από το κοντινότερο δέντρο! Βέβαια αυτές οι αντιδράσεις ήταν αναμενόμενες και προβλέψιμες από το Σταύρο, που δεν έχασε λεπτό την ψυχραιμία του.
- Για ακούστε με λίγο και μη βιάζεστε να φύγετε! Το ξέρω πως έχετε κι εσείς τα δίκια σας, αλλά δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω αυτά που ήθελα να σας πω. Η πρότασή μου είναι να παίξετε οι περισσότεροι διπλούς ρόλους. Τη μια να είστε οι καλοί και την άλλη οι κακοί. Έτσι ώστε να υπάρχει δικαιοσύνη. Κι αν μπάρμπα Μήτρο σε ντύναμε τώρα αντάρτη, που είναι η αρχή της ταινίας, τι θα κέρδιζες; Θα σε οδηγούσαμε στο εκτελεστικό και δεν θα ξανάπαιζες καθόλου! Ενώ σκέψου, να ντυθείς τώρα γερμανός, μόνο για μερικές σκηνές και να έχεις μπροστά σου όλο το υπόλοιπο έργο ως ο σπουδαιότερος αρχηγός των ανταρτών! Τόσες μάχες ηρωικές, τόσα κατορθώματα κι εσύ να πρωταγωνιστείς και να καμαρώνουν τα παιδιά σου και τα εγγόνια σου για μια ζωή! Σκέψου λοιπόν……αξίζει να τα τινάξουμε όλα στον αέρα χωρίς λόγο;
Όλοι τον άκουγαν με προσοχή και πράγματι κάποιοι ψιθύρισαν δειλά «έχει δίκιο το παλικάρι», αλλά οι περισσότεροι περίμεναν την αντίδραση του Μήτρου, που πάντα είχε τον τρόπο να τους επηρεάζει.
- Κοίταξε να δεις, Σταυράκη….Αυτό το ποτήρι που μου βάζεις να πιώ είναι σκέτο δηλητήριο. Αλλά αν είναι τα πράγματα έτσι, όπως τα λες, τότε θα σε βοηθήσουμε όλοι μας. Αλλά μη με βάλεις στιγμή να ντυθώ προδότης! Αυτό δεν θα το ανεχτώ!
- Έχεις την τιμή μου, μπάρμπα Μήτρο. Θα δεις ότι στο τέλος όλοι θα είμαστε περήφανοι απ’ αυτή την ιστορία.
Άρχισαν λοιπόν τα γυρίσματα και οι Πετροραχιώτες δεν προλάβαιναν να φορούν στολές των Ες Ες και χάρτινες σακούλες μαναβικής στο κεφάλι για να παριστάνουν τους προδότες! Βέβαια εκ των πραγμάτων δεν ήταν δυνατόν να παίζουν διπλούς ρόλους γιατί απλά σε μια ταινία, πρόσωπα που εμφανίζονται στο φακό και έπειτα πεθαίνουν δεν είναι δυνατόν να ξαναζωντανεύουν! Έτσι λοιπόν ο πονηρός Σταύρος έστηνε κάθε τόσο ολιγόλεπτες ψεύτικες μάχες και παρίσταναν με το συνεργείο του πως δήθεν τους κινηματογραφούσαν, ώστε να είναι όλοι ευχαριστημένοι. Εξάλλου μετά, μην τον είδατε τον Σταυράκη!!!....
Η ταινία πλησίαζε στην ολοκλήρωσή της και ο Μήτρος με την παρέα του έπλεαν σε πελάγη ευτυχίας που είχαν σκοτώσει από καμιά πενηνταριά γερμανούς έκαστος! Το καφενείο είχε αδειάσει, οι γυναίκες τους τους έψαχναν στα βουνά και αυτοί έτρεχαν και πυροβολούσαν αόρατους εχθρούς στις κρύες πλαγιές της Πίνδου! Κι όταν η ταινία με το καλό τελείωσε έγινε γλέντι τρικούβερτο στην πλατεία του χωριού! Τα κλαρίνα και οι σούβλες δεν είχαν τελειωμό, ενώ οι πιο μερακλήδες έκαναν τσαλίμια στην κορυφή του χορού!
Τα συνεργεία είχαν αποχωρήσει και όλοι περίμεναν τον ερχόμενο Σεπτέμβρη που θα γινόταν η πρεμιέρα της ταινίας. Και μάλιστα είχε προαποφασιστεί πως θα γινόταν στα κοντινά Ιωάννινα προς τιμήν των Πετροραχιωτών, που τόσο είχαν βοηθήσει στα γυρίσματα…
* * *
Ο Κόσμος συνέρεε για να δει την ηρωική ταινία ενώ στις πρώτες θέσεις είχαν σταυροκαθίσει ο παπά Γιώργης, ο μπάρμπα Μήτρος, ο Χωροφύλακας, ο Δασάρχης, ο Πρόεδρος του χωριού, ο Σαράντης και άλλοι εκλεκτοί της περιοχής. Προς έκπληξη όλων όμως κατέφθασε με τη συνοδεία του και ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας για να παρακολουθήσει την πολυδιαφημισμένη αυτή προσπάθεια! Οι Πετροραχιώτες επίσης είχαν συρρεύσει σύσσωμοι για να δουν την ταινία, αλλά κυρίως για να καμαρώσουν τους ίδιους τους εαυτούς τους να ξετυλίγουν τον άκρατο ηρωισμό τους!
Η πρώτη σκηνή τελικά ξεκίνησε και όλοι παρακολουθούσαν με αγωνία και περισσή υπερηφάνεια. Μα όσο η ώρα περνούσε τόσο η ανησυχία κορυφωνόταν! Σχεδόν καμιά σκηνή από αυτές που περίμεναν να δουν δεν εμφανιζόταν! Αυτοί που ντύθηκαν γερμανοί, όπως ο Μήτρος, παρέμεναν γερμανοί ως το τέλος, ενώ αντίθετα όσοι ντύθηκαν αντάρτες ουδέποτε φόρεσαν τις ναζιστικές Βέρμαχτ! Η ταινία πλησίαζε προς το τέλος της και ο Μήτρος ήταν έτοιμος να εκραγεί! Το μόνο που θα θυμόταν τα παιδιά του θα ήταν όσοι καημένοι αντάρτες είχε σκοτώσει ως πρωτοπαλίκαρο των Ες Ες! Και αυτοί που είχαν φορέσει την κουκούλα του σπιούνου παρακάλαγαν ν’ ανοίξει η γη να τους καταπιεί! Κάποιοι πιο θρασείς, που το έριξαν στην πλάκα, ψιθύριζαν στον Μήτρο: «Φον Μήτρο Ζώτο!!...Αουφίντερσεν! [1]».
Η ωραία μα κατά τ’ άλλα πολύ "βασανιστική" ταινία, έλαβε τέλος. Για μερικά δευτερόλεπτα οι θεατές παρέμειναν στις θέσεις τους παγωμένοι, παρόλο που είχαν ανοίξει τα φώτα της αίθουσας. Όμως ευθύς αμέσως το κοινό ξέσπασε σε επιφωνήματα θαυμασμού και χειροκροτήματα με πρωτοστάτη τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας! Κι ενώ ο Μήτρος μέσα σε τέτοιο κλίμα ευφορίας ήταν ανήμπορος ν’ αντιδράσει, ο Πρόεδρος πήρε το λόγο και απευθύνθηκε προς τους παρευρισκόμενους: «Τα θερμά μου συγχαρητήρια στους κατοίκους της Πετροράχης! Όχι μόνο υπήρξαν θύματα του πολέμου αλλά και υπεράνω των όποιων παθών κι εγωισμών, δέχτηκαν μ’ ανιδιοτέλεια να συμμετάσχουν σ’ αυτό το καταπληκτικό έργο μνήμης. Υπόσχομαι να περάσω σύντομα από το χωριό σας και να σας τιμήσω όλους σας σε ειδική εκδήλωση. Σας ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου!»
Ο Μήτρος και οι συγχωριανοί του κοιτάχτηκαν με συγκίνηση στα μάτια. Το ήξεραν ότι ο Σταύρος τους είχε κοροϊδέψει, αλλά τι σημασία είχε πλέον αυτό; Τώρα αυτοί ήταν οι άνθρωποι της ημέρας! Αυτοί ήταν οι ζωντανοί ήρωες ασχέτως απ’ τα ρούχα που είχαν φορέσει. Κι αυτή τη μεγάλη στιγμή δεν μπορούσε να τους την κλέψει κανείς… κανείς τζιτζιφιόγκος…
Αλέξανδρος Ακριτίδης

[1] auf wiedersehen: γερμανική φράση που σημαίνει "εις το επανιδείν".

 Πηγή:apostaktirio.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου