Παρασκευή 16 Μαΐου 2014

«ΜΙΑ ΓΡΙΑ ΑΡΧΟΝΤΙΣΣΑ» της Μαρίας Κολοβού - Ρουμελιώτη



Μια γρια αρχοντισσα

Σε ένα παγκάκι ερημικό, στην σκοτεινή πλευρά  κάποιας  πλατείας,
γριά αρχόντισσα κεντούσε αδιάλειπτα της νιότης της το σάλι
με ένα βελόνι αποσωσμένο  στης μοίρας το ντουλάπι.
Τις βελονιές που ξέχασε  ενθυμείται
και με αταίριαστες ραφές τις αραδιάζει
στης δύσης  το ανελέητο και θλιβερό ντιβάνι.
Κι όπως τις μνήμες ακλόνητη τραντάζει,
σαν μακελάρης  που στα χέρια του κρατεί μαχαίρι ακονισμένο,
τον χάροντα ξεγέλασε για μια φορά ακόμη
και φέρνει το ένδυμα των χρόνων της,
σε σάλι  αδιάτρητο, ν’αλλάξει.

Μέσα  στου βίου την πλημμύρα διαλευκαίνει,
τους μαύρους οιωνούς από τους ροδανθώνες
που μύρο ανέβλυζαν στο πέρασμα της μέρας.

Η γνώση και η φρόνηση αλητεύαν,
κι άδρεπτο καρπό δεν άφησαν σε κλώνο˙
αδούλωτες για πάντα προχωρούσαν, μπροστά,
κοιτάζοντας τον ήλιο.

Αρχόντισσα εκατόχρονη που τη στεφάνωσαν οι χρόνοι,
με ένδυμα εορταστικό  και μαύρη σκέπη στο κεφάλι,
κρατάει σκήπτρο της ζωής της το βελόνι.

Και τώρα που ο χάρος εφοβήθει,
γιατί επίστεψε πως είναι νικημένος˙
το σάβανο του θάνατου μαργώνει,
την πλέξη της ζωής να τελειώσει
και διαμαντένιο πύργο να υψώσει.

Τι ευλογία τα γερατειά! Τι ευτυχία!
Μόνο όσοι έζησαν πραγματικά ξέρουν να λέγουν,
πως είναι τυχεροί αυτοί που ζούνε
τις πίκρες και τις θλίψεις όλου του κόσμου˙
γιατί ζωή τσιγκούνα, δεν ευλογείται.

Κι όσοι από  εσάς  μαγκούφα λέτε  αυτή τη ζήση,
μόνο αυτό σκεφτείτε κι ευφρανθείτε:
Τι δυστυχείς, αυτοί, που οι μέρες τους τελέψανε στην πρώτη νιότη,
πριν ο ανθός ρίξει το σπόρο του στην μάνα γη  κι  ανθίσει!…
Κι όπως σηκώθηκε στητή για να αποδράσει,
από  της μοναξιάς της το υγρό τοπίο,
το σάλι πιάστηκε από επάνω της, κι εξεπλέκει…

Φθαρτή η σάρκα, μα... άφθαρτη η γνώση,
στης ζήσης τα προσκλύστια μετερίζια!!!

 Πέμπτη, 14 Ιουνίου 2012

Μαρία Κολοβού - Ρουμελιώτη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου