
«Ο
φτωχούλης του Θεού»
Του
φτωχούλη το εύρημα,
ή καρφάκι
ή πέταλο∙
ο Θεός
τού υπέγραψε
να τον
έχει αδέκαρο.
Επί ξύλου
κρεμάμενος
μ’
αδειανή τρύπια τσέπη
να τον
δέρνει ο άνεμος
να του
παίρνει το φέσι.
Οι
δουλειές δεν του κάθονται
τη
μιζέρια να σπρώξει,
παξιμάδια
κι αν έψησε
το
χιονιά πώς να διώξει;
Ο τροχός
δεν εγύρισε...
κολλημένο
γρανάζι!
ραπανάκια
για όρεξη
θα
ετοιμάσει το βράδυ.
Του
φτωχούλη το εύρημα,
δυο
κουκιά μετρημένα,
πώς να
ζήσει ο άμοιρος
με
μπατζάκια τριμμένα;
Ζει μ’
ένα φακόσπυρο
και
κρυώνει σα γύφτος
τα
γελάδια του ψόφησαν
κι
απόμεινε ο οίκτος.
Μα
σαν δούλος ενήστεψε
του
Πατρός του τα δώρα
και στο
τέλος βλαστήμησε
τη στιγμή
και την ώρα….
Μια ιδέα
τού φώλιασε
στο μυαλό
και τυρβάζει:
Το αρνάκι
του φίλου του,
να το
κάνει κριάρι!…
Μα ταπί
και ψύχραιμος
το σταυρό
κουβαλάει…
Ο Θεός
του τον ξέχασε
κι ο
φτωχούλης μας, σκάει.
30
Νοεμβρίου 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου